ΞΕΧΑΣΤΗΚΑ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΔΕ ΣΟΥ ΕΙΠΑ "ΚΑΛΗΜΕΡΑ"




Ξεχάστηκα σήμερα...
Έφυγα τρέχοντας.
Ούτε κραγιόν δεν έβαλα.
Βρέχει καταρρακτωδώς από χθες το βράδυ.
Παντού νερά.
Ούτε ομπρέλα δεν πήρα.
Ούτε ρουζ δεν έβαλα.

Έχασα το λεωφορείο.
Ένα αμάξι έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα και όλο το νερό ήρθε καταπάνω μου.
Βράχηκα.
Έφυγε η μάσκαρα.
Ξεχάστηκα και δεν έβαλα την αδιάβροχη.
Ήρθε το λεωφορείο.
Πήχτρα.
Πρόσωπα θλιμμένα, κατσουφιασμένα, χαμένα στις σκέψεις τους.
Ο οδηγός βρίζει τον ταξιτζή, επειδή φρέναρε απότομα.
Κι εγώ να κοιτάζω την βροχή η οποία δεν λέει να σταματήσει.
Όλη τη μέρα θα βρέχει, είπαν χθες στο δελτίο καιρού.
Μετά από μισή ώρα ορθοστασίας, κατέβηκα να πάρω το μετρό.
Τα ρούχα μου ήταν όλα βρεγμένα.
Ούτε κολόνια δεν πρόλαβα να βάλω.

Βυθισμένη στις σκέψεις μου, βγήκα από μετρό και προχώρησα προς το τη δουλειά.
Κανείς δε με λυπήθηκε.
Έτσι για το καλό να μου πει: " Πας μακρυά; Αν είναι έλα μαζί μου που έχω ομπρέλα."
Μία συναδέλφισσα (η οποία είχε ομπρέλα) με είδε και γύρισε το κεφάλι.
Παράξενος άνθρωπος. Ποτέ δε χαμογελάει, ποτέ δε μιλάει σε κανέναν.
Έφτασα.
Όλοι ήταν εκεί.
Το αφεντικό μου, μου φώναξε επειδή άργησα δέκα ολόκληρα λεπτά

-  Συγγνώμη ρε φίλε, αλλά άργησα να ξυπνήσω, γίνεται χαλασμός Κυρίου εκεί έξω, έχασα το λεωφορείο, έχω γίνει μούσκεμα και εσύ αυτό έχεις να μου πεις; πόσο ήθελα να του ρίξω μια τέτοια κατσάδα, πόσο εύκολα όμως μετά θα απολυόμουν..
- Συγγνώμη δε θα επαναληφθεί ξανά. Καλημέρα σας, του απάντησα και έφυγε με μια γκριμάτσα η οποία έδειχνε ότι ήταν ενοχλημένος.
Άρχισα να δουλεύω.
Τα ίδια όπως κάθε μέρα.
Διάλειμμα μόνο για επείγουσα ανάγκη.
Ούτε να φάω δε προλάβαινα.
Ούτε το αγαπημένο μου δαχτυλίδι δε φόρεσα.
Τι μέρα κι αυτή!

Κοίταξα έξω από το παράθυρο.
Ακόμα έβρεχε.
Πόσο θα ήθελα να ήμουν στη μέση του δρόμου, να έκανα στροφές και οι σταγόνες της βροχής να άγγιζαν κάθε πόρο του κορμιού μου.
Να ξέπλενε τις αμαρτίες μου.
Να ξέγραφε τα λάθη μου.
Να ματαίωνε επιπόλαιες πράξεις μου.
Να έπαιρνε πίσω λόγια σκληρά και θυμωμένα σε ανθρώπους καλούς και αγαπημένους.
Να έφτιαχνε μια πόλη με ευτυχισμένους πολίτες, ανθρώπινες ψυχές και ένα ουράνιο τόξο να στριφογυρίζει γύρω από τις πλάτες μας.
- Τι κάνεις εσύ ρε, δε δουλεύεις; μου φώναξε το αφεντικό μου γεμάτο εκνευρισμό.
Πετάχτηκα.
- Συγγνώμη, απλά αφερέθηκα..
- Λοιπόν, ξεκίνα να δουλεύεις κι αν σου κάνω άλλη μία φορά παρατήρηση, έφυγες, το κατάλαβες;
- Μάλιστα, συγγνώμη δεν θα...
Είχε ήδη φύγει.

Ώρα 5 και έπρεπε να φύγω.
Μου είχε φύγει όλο το make-up.
Πάλι ο ίδιος δρόμος.
Η ίδια ταλαιπωρία.
Βροχή. Ομπρέλα δεν είχα. Έχασα το λεωφορείο. Ένα αμάξι ερχόμενο με μεγάλη ταχύτητα με κατάβρεξε.
Χάλια είχα γίνει.
Ούτε τα μαλλιά μου δεν είχα φτιάξει σήμερα. Ποιο το νόημα άλλωστε, θα είχαν χαλάσει.
Ασταμάτητη αυτή η βροχή.

Επιτέλους σπίτι.
Ήρθες και 'συ.
Σε θυμήθηκα.
Ήσουν θλιμμένος.
Κατάλαβα.
Τώρα, εξηγούνται όλα.

Ξεχάστηκα σήμερα...
Ούτε ένα καλημέρα δε σου είχα πει!

Υ.Γ. Να θυμάστε πάντα να λέτε " Καλημέρα" στους αγαπημένους σας ανθρώπους. Γιατί τότε η μέρα μοιάζει καλοκαιρινή κι ας μπουμπουνίζει αδιάκοπα!!!


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις